Η Πρωτοχρονιά για τους Παλαιοημερολογίτες 1 Ιανουαρίου
Ειδικότερα, από τους Χριστιανούς που ακολουθούν το Γρηγοριανό ημερολόγιο, οι λεγόμενοι Παλαιοημερολογίτες γιορτάζουν την Πρωτοχρονιά 13 ημέρες μετά, δηλαδή στις 14 Ιανουαρίου, ακολουθώντας το παλαιότερο Ιουλιανό ημερολόγιο, εξ ου και παλαιοημερολογίτες. Ως γνωστό το Ιουλιανό ημερολόγιο ως προς τις εορτές (εορτολόγιο) ακολουθούν σήμερα όλα τα Πατριαρχεία και όλες οι Ανατολικές Ορθόδοξες Εκκλησίες εκτός της Εκκλησίας της Ελλάδος η οποία τον Φεβρουάριο του 1924 αποφάσισε να χρησιμοποιεί το Γρηγοριανό ημερολόγιο για τις θρησκευτικές γιορτές με εξαίρεση τις κινητές εορτές που βασίζονται στη γιορτή του Πάσχα η οποία συνεχίζει να υπολογίζεται με βάση το Ιουλιανό ημερολόγιο και τον σεληνιακό κύκλο του Μέτωνος.
=======================================
Το «Παλαιό Ημερολόγιο» αναπόφευκτα θα επανέλθει
Έγινε ενημέρωση: 14 Μαΐ 2020
Η ΨΥΧΟΪΣΤΟΡΙΑ ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ ΤΗΝ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΤΟΥ «ΠΑΤΡΩΟΥ ΕΟΡΤΟΛΟΓΙΟΥ»
Του Ησαΐα Κωνσταντινίδη
Στις 16 Φεβρουαρίου 1923 συντελέστηκε στην Ελλάδα μία ψυχοϊστορική αντινομία: εισήχθη το περίφημο «Γρηγοριανό Ημερολόγιο», στη θέση του «Ιουλιανού Ημερολογίου», και έτσι χάθηκαν 13 ολόκληρες ημέρες από την ελληνική ιστορία! Ξαφνικά, η 16η Φεβρουαρίου 1923 μετατράπηκε σε 1η Μαρτίου 1923. Έτσι, όλες οι ενδιάμεσες δεκατρείς ημέρες (από την 17η Φεβρουαρίου, συν την ημέρα αλλαγής της χρονολόγησης) χάθηκαν εντελώς. Λες και κάποιο «αόρατο» χέρι τις εξαφάνισε…
Η αλλαγή αυτή πραγματοποιήθηκε έπειτα από σχετικό βασιλικό διάταγμα. Έναν χρόνο αργότερα, στις 23 Φεβρουαρίου 1924, το Οικουμενικό Πατριαρχείο συναίνεσε στην αλλαγή αυτή, με έναν όμως όρο: το λεγόμενο «Νέο Ημερολόγιο» να είναι «αναθεωρημένο»: να ακολουθεί μεν τη δυτική χρονολόγηση, αλλά να εξαιρείται ο εορτασμός του Πάσχα (ο οποίος δεν συμπίπτει και σήμερα πολλές φορές με το Πάσχα των Καθολικών, αλλά πραγματοποιείται με τον παραδοσιακό τρόπο της Ορθοδοξίας).
Το «Παλαιό» ή Πάτριο Ημερολόγιο είναι αυτό που εισήχθη από τον Ρωμαίο αυτοκράτορα Ιούλιο Καίσαρα το έτος 46 π.Χ. και μπήκε σε ισχύ από το επόμενο έτος. Το εν λόγω ημερολογιακό σύστημα το επεξεργάστηκε ομάδα Ελλήνων Αλεξανδρινών αστρονόμων, με επικεφαλής τους Φλάβιο και Σωσιγένη. Στο Ιουλιανό Ημερολόγιο κάθε έτος έχει διάρκεια 365,25 ημέρες· συνεπώς, κάθε τέσσερα χρόνια προστίθεται μία ημέρα στον «κολοβό» μήνα Φεβρουάριο (δίσεκτο έτος), ο οποίος κατά τη χρονιά αυτή έχει 29 αντί για 28 ημέρες.
Το «Νέο Ημερολόγιο» θεσπίστηκε από τον ρωμαιοκαθολικό Πάπα Γρηγόριο τον ΙΓ΄ και τέθηκε σε ισχύ στις 24 Φεβρουαρίου του 1582. Είναι δημιούργημα του Αλοΐσιους Λίλιους, ενός Ναπολιτάνου γιατρού, ο οποίος επεξεργάστηκε το ημερολόγιο αυτό ως παραλλαγή του Ιουλιανού Ημερολογίου. Κίνητρο για τη θέσπιση στους Καθολικούς του Γρηγοριανού Ημερολογίου ήταν να εορτάζεται το Πάσχα τον καιρό που πίστευαν ότι είχε συμφωνηθεί στην Πρώτη Οικουμενική Σύνοδο της Νίκαιας (325 μ.Χ.). Ο βασικός λόγος: ότι οι φάσεις της Σελήνης που χρησιμοποιούνταν για να υπολογιστεί το Πάσχα στο Ιουλιανό Ημερολόγιο ήταν σταθερές, με αποτέλεσμα να χάνεται κάθε 310 χρόνια μία ημέρα. Έτσι, τον 16ο αιώνα -όταν και καθιερώθηκε το Γρηγοριανό Ημερολόγιο- οι φάσεις του σεληνιακού ημερολογίου έφθασαν να αποκλίνουν πλέον κατά τέσσερις ολόκληρες ημέρες από τις πραγματικές…
Όμως η αλλαγή αυτή έχει φοβερές ψυχοϊστορικές προεκτάσεις. Πρώτα απ’ όλα, παρατηρείται μία ολόκληρη χρονική ανωμαλία: απουσιάζουν δύο σχεδόν εβδομάδες ιστορίας από την ελληνική ιστορία. 13 ημέρες χάθηκαν οριστικά και παραμένουν εκεί πίσω στον χρόνο, «νεκρές», αφού όχι απλώς δεν καταγράφηκε σ’ αυτές κανένα απολύτως ιστορικό συμβάν, αλλά ούτε καν υπήρξαν! Κόπηκε, θα έλεγε κανείς, το νήμα της ιστορίας.
Πέραν αυτού, το Ιουλιανό Ημερολόγιο υπήρξε σοφό, υπολογίζοντας το έτος όχι σε ακριβώς 365 ημέρες, αλλά σε 365,25 ημέρες (περίσσευε δηλ. ένα τέταρτο της ημέρας κάθε έτος, το οποίο προσετίθετο έπειτα ως 366η ημέρα στο δίσεκτο έτος). Το Γρηγοριανό Ημερολόγιο έσπευσε να «διορθώσει» αυτό το λάθος, πιέζοντας το έτος προς τις 365 ακριβώς ημέρες, έτσι ώστε να μην παρατηρείται η απώλεια της μίας ημέρας ανά 310 χρόνια (όπως δηλ. συνέβαινε με το Ιουλιανό Ημερολόγιο).
Η «διόρθωση» όμως που επέβαλλε το Γρηγοριανό Ημερολόγιο συνιστά χωροχρονικό παράδοξο. Διότι η Σελήνη, ο μυστηριώδης δορυφόρος της Γης που τόσο επηρεάζει τις ζωές μας, δεν ακολουθεί τη συνήθη τροχιά που ακολουθεί ένα ουράνιο σώμα. Αντιθέτως, η συνολική κίνηση της Σελήνης είναι τέτοια, ώστε πράγματι ένα έτος ποτέ δεν έχει ακριβώς 365 ημέρες! Πάντοτε περισσεύει ένα τέταρτο ημέρας, αυτό που προστίθεται ως επιπλέον ημέρα στα δίσεκτα έτη. Κι εκεί ακριβώς είναι που χάνεται μία ολόκληρη ημέρα ανά 310 έτη…
Αυτή λοιπόν την πραγματικότητα ήρθε να την καταργήσει το Γρηγοριανό Ημερολόγιο. Όμως η ψυχοϊστορία δεν αναγνωρίζει «κενά». Αποτελεί ιστορική νομοτέλεια να επανέλθει το Πάτριο Ημερολόγιο στην καθημερινότητά μας! Κι αυτό θα συμβεί με τον ίδιο τρόπο, με τον οποίο απομακρύνθηκε, δηλαδή με διάταγμα της Πολιτείας, και όταν το επιτρέψουν οι συνθήκες.
Προσοχή όμως: Έως ότου γίνει αυτό, στην Ελλάδα είναι επιβεβλημένο να ακολουθείται το Νέο Ημερολόγιο, το Γρηγοριανό, έστω κι αν αυτό αποτελεί μέγα ιστορικό σφάλμα και εκκλησιαστικό έγκλημα. Δεν δύναται η Ελλάδα, μόνη απ’ όλες τις χώρες, να λειτουργεί αναχρονιστικά. Ούτε και με τρόπο βίαιο, ως προς το κράτος και την Εκκλησία, να επιβληθεί μια αναγκαία ιστορική και θεολογική επανόρθωση, ακόμη κι αν πρόκειται για την αναγκαιότερη των επανορθώσεων. Η αναγνώριση της ορθότητας του Πατρώου Εορτολογίου (Παλαιού Ημερολογίου) δικαιώνει, ούτως ή άλλως, τους μαχητικούς Γνησίους Ορθοδόξους Χριστιανούς, ή Γ.Ο.Χ. Αυτοί οι τελευταίοι, λοιπόν, βαστώντας στις καρδιές τους την αλήθεια αυτή, ας αποφεύγουν τις επιθέσεις κατά του Νέου Ημερολογίου. Ο διχασμός ανάμεσα σε «νεοημερολογίτες» και «παλαιοημερολογίτες» είναι λανθασμένος, και ακρωτηριάζει τον ελληνισμό.
Τι είχε πει ο Άγιος Παΐσιος
Ο Ιερομόναχος π. Ισαάκ γράφει στο βιβλίο του «Βίος γέροντος Παϊσίου του Aγιορείτου» σχετικά με την άποψη του Αγίου Παϊσίου για το μείζον αυτό ζήτημα, τα εξής:
«Πονούσε για το χωρισμό και προσευχόταν. Λυπόταν για τις παρατάξεις των παλαιοημερολογιτών που είναι ξεκομμένες σαν τα κλήματα από την Άμπελο, και δεν έχουν κοινωνία με τα Ορθόδοξα Πατριαρχεία και τις κατά τόπους αυτοκέφαλες Ορθόδοξες Εκκλησίες. Μερικές τέτοιες ενορίες στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη ενώθηκαν καθ’ υπόδειξή του με την Εκκλησία κρατώντας το παλαιό ημερολόγιο».
Έλεγε, λοιπόν ο Γέροντας: «Καλό ήταν να μην υπήρχε αυτή η εορτολογική διαφορά, αλλά δεν είναι θέμα πίστεως». Στις ενστάσεις ότι το νέο ημερολόγιο το έκανε Πάπας, απαντούσε: «Το νέο ημερολόγιο το έκανε Πάπας και το παλιό ειδωλολάτρης» (εννοώντας τον Ρωμαίο αυτοκράτορα Ιούλιο Καίσαρα).
Και συμπλήρωνε: «Και εμείς βέβαια εδώ στο Άγιον Όρος με το παλιό πάμε. Αλλά είναι άλλη περίπτωση. Είμαστε ενωμένοι με την Εκκλησία, με όλα τα Πατριαρχεία, και μ’ αυτά που έχουν το νέο ημερολόγιο και μ’ αυτά που έχουν το παλιό ημερολόγιο. Αναγνωρίζομε τα μυστήριά τους και αυτοί τα δικά μας. Οι ιερείς τους συλλειτουργούν με τους ιερείς μας. Ενώ αυτοί οι καημένοι ξεκόπηκαν. Οι περισσότεροι και ευλάβεια έχουν και ακρίβεια και αγωνιστικότητα και ζήλο Θεού. Μόνο που είναι αδιάκριτος, «ου κατ’ επίγνωσιν». Άλλοι από απλότητα, άλλοι από αμάθεια, άλλοι από εγωισμό, παρασύρθηκαν. Θεώρησαν τις 13 μέρες θέμα δογματικό και όλους εμάς πλανεμένους, και έφυγαν από την Εκκλησία. Δεν έχουν κοινωνία ούτε με τα Πατριαρχεία και τις Εκκλησίες που πάνε με το νέο, αλλά ούτε και με τα Πατριαρχεία και τις Εκκλησίες που πάνε με το παλιό, γιατί δήθεν μολύνθηκαν από την επικοινωνία με τους νεοημερολογίτες. Και όχι μόνον αυτό. Και αυτοί οι λίγοι που έμειναν, έγιναν, δεν ξέρω και εγώ, πόσα κομμάτια. Και όλο και κομματιάζονται και αλληλοαναθεματίζονται και αλληλοαφορίζονται και αλληλοκαθαιρούνται. Δεν ξέρεις πόσο έχω πονέσει και πόσο έχω προσευχηθεί γι’ αυτό το θέμα. Χρειάζεται να τους αγαπάμε και να τους πονάμε και όχι να τους κατακρίνουμε, και πιο πολύ να προσευχόμαστε γι’ αυτούς να τους φωτίσει ο Θεός, και αν τύχει καμιά φορά και μας ζητήσει κανείς με καλή διάθεση βοήθεια, να λέμε καμιά κουβέντα».