PSS

18 Φεβρουαρίου, 2024

Ευπαλίνειο Όρυγμα – Ένα θαύμα της αρχαίας εποχής. ΕΣΥ ΤΟ ΗΞΕΡΕΣ ΑΥΤΟ ;

 


Το Ευπαλίνειο Όρυγμα αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα και σπουδαιότερα τεχνολογικά επιτεύγματα του αρχαίου ελληνικού κόσμου. Κατασκευάστηκε τον 6ο αι. π.Χ. στη Σάμο, εποχή κατά την οποία την εξουσία του νησιού είχε ο τύραννος Πολυκράτης (από το 537 έως και το 522 π.Χ.). Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, ιστορικό του 5ου αι. π.Χ., κατά τη διάρκεια της τυραννίας του Πολυκράτη, η Σάμος γνώρισε μεγάλη άνθιση και χαρακτηρίστηκε μάλιστα και ως «πολίων πασέων πρώτη ελληνίδων και βαρβάρων».

Προκειμένου λοιπόν ο Πολυκράτης να αναδείξει σε ακόμη μεγαλύτερο βαθμό τη δύναμη, τον πλούτο αλλά και το μεγαλείο της Σάμου, εμπνεύστηκε την κατασκευή ενός μεγαλεπήβολου και πρωτοποριακού έργου με στόχο να προκαλέσει τον πανελλήνιο θαυμασμό, σύμφωνα με τη συνήθη τακτική των τυράννων για κατασκευή μεγάλων έργων.

Το έργο αυτό αφορούσε τη δημιουργία ενός συστήματος ύδρευσης, το οποίο θα τροφοδοτούσε με νερό την αρχαία πόλη της Σάμου, δηλαδή το σημερινό Πυθαγόρειο. Την υλοποίηση του έργου κλήθηκε να φέρει εις πέρας ο αρχιτέκτονας - μηχανικός Ευπαλίνος από τα Μέγαρα της Αττικής.

Οι μοναδικές πληροφορίες που έχουν διασωθεί για την κατασκευή του μεγάλου αυτού υδραγωγείου, προέρχονται αποκλειστικά από αναφορές του Ηροδότου σε αυτό, μέσα από το έργο του με τίτλο «Ἱστορίαι». Ειδικότερα, ο ιστορικός περιγράφει στο τρίτο βιβλίο της συλλογής το ευπαλίνειο όρυγμα ως εξής: «[3.60.1] Ἐμήκυνα δὲ περὶ Σαμίων μᾶλλον, ὅτι σφι τρία ἐστὶ μέγιστα ἁπάντων Ἑλλήνων ἐξεργασμένα, ὄρεός τε ὑψηλοῦ ἐς πεντήκοντα καὶ ἑκατὸν ὀργυιάς, τούτου ὄρυγμα κάτωθεν ἀρξάμενον, ἀμφίστομον. [3.60.2] τὸ μὲν μῆκος τοῦ ὀρύγματος ἑπτὰ στάδιοί εἰσι, τὸ δὲ ὕψος καὶ εὖρος ὀκτὼ ἑκάτερον πόδες. διὰ παντὸς δὲ αὐτοῦ ἄλλο ὄρυγμα εἰκοσίπηχυ βάθος ὀρώρυκται, τρίπουν δὲ τὸ εὖρος, δι᾽ οὗ τὸ ὕδωρ ὀχετευόμενον διὰ σωλήνων παραγίνεται ἐς τὴν πόλιν ἀγόμενον ἀπὸ μεγάλης πηγῆς. [3.60.3] ἀρχιτέκτων δὲ τοῦ ὀρύγματος τούτου ἐγένετο Μεγαρεὺς Εὐπαλῖνος Ναυστρόφου.». Η αναφορά αυτή έπαιξε καθοριστικό ρόλο, εφόσον αποτέλεσε τη μόνη σωζόμενη γραμματειακή πηγή που μπόρεσαν οι μελετητές να αξιοποιήσουν καθ’ όλη τη διάρκεια της έρευνάς τους για το αρχαίο υδραγωγείο της Σάμου, ένα από τα μεγαλύτερα έργα που υπάρχουν στην Ελλάδα, κατασκευασμένο φυσικά από τους Σαμίους. Μάλιστα, στο χωρίο αυτό γίνεται αντιληπτός ο θαυμασμός του ιστορικού για το μεγάλο αυτό επίτευγμα που τον ώθησε, τελικά, στο να εξυμνήσει το νησί της Σάμου.

Τι ήταν όμως αυτό που έκανε τόσο ξεχωριστό το Ευπαλίνειο Όρυγμα; Σε τι διέφερε από τα υπόλοιπα υδραγωγεία της αρχαίας Ελλάδας; Η διαφορά έγκειται στα εξής σημεία: Ο Ευπαλίνος, περί το 530 π.Χ., εμπνεύστηκε τη δημιουργία ενός συστήματος ύδρευσης, το οποίο θα διαπερνούσε το εσωτερικό του όρους Κάστρου που βρισκόταν νότια της αρχαίας πόλης. Το υδραγωγείο θα εξασφάλιζε την καθημερινή παροχή νερού στην πόλη, ενώ ταυτόχρονα θα ήταν και μη ανιχνεύσιμο από τυχόν εισβολείς που θα επιδίωκαν να διακόψουν ή και να μολύνουν το νερό σε περίπτωση πολιορκίας, εφόσον το υδραγωγείο θα ήταν υπόγειο και καλά κρυμμένο εντός του βουνού.

Αναλυτικότερα, το Ευπαλίνειο Όρυγμα αποτελείται από μία σήραγγα μήκους 1.036 μ. που διασχίζει οριζόντια το σκληρό ασβεστολιθικό πέτρωμα του βουνού. Η σήραγγα διανοίχθηκε ταυτόχρονα και από τις δύο πλευρές του όρους, δηλαδή τη βόρεια και τη νότια, και για αυτό το λόγο χαρακτηρίστηκε από τον Ηρόδοτο ως «ὄρυγμα ἀμφίστομον» , δηλαδή ως ένας όρυγμα με δύο στόμια ή δύο ανοίγματα. Έχει ύψος περ. 1,80 μ. και πλάτος περ. 1,80 μ., ωστόσο ενδέχεται να υπάρχουν και διακυμάνσεις σε διάφορα τμήματα της σήραγγας. Στο εσωτερικό της υπάρχει διάδρομος πλάτους 0,5 μ. για την εύκολη μετακίνηση των εργατών εντός του υδραγωγείου, ενώ στο πλάι σκάφθηκε τάφρος πλάτους 0,6 μ. για την τοποθέτηση των κυλινδρικών πήλινων αγωγών που θα μετέφεραν το νερό. Το βάθος της τάφρου φτάνει σε κάποια σημεία μέχρι και τα 10 μ., καθώς η θέση των αγωγών θα έπρεπε να είναι τέτοια που να ακολουθεί την κλίση του εδάφους και συνεπώς τη φυσική ροή του νερού. Η σήραγγα απέχει περ. 180 μ. από την κορυφή του βουνού και περ. 55 μ. από την επιφάνεια της θάλασσας.

Η πηγή που τροφοδοτούσε το υδραγωγείο με νερό βρισκόταν στην περιοχή των Αγιάδων, μερικές εκατοντάδες μέτρα μακριά από τη βόρεια είσοδο του ορύγματος. Εκεί το νερό ήταν συγκεντρωμένο μέσα σε δεξαμενή λαξευμένη στο βράχο και στεγασμένη με λίθινες δοκούς και πλάκες. Έπειτα, μεταφερόταν μέσω αγωγών στο όρυγμα και από εκεί σε δεξαμενές και κρήνες εντός των τειχών της πόλεως μέσω υπόγειου αστικού αγωγού. Η ημερήσια παροχή νερού κυμαινόταν περίπου στα 400 κ.μ., ενώ υπήρχε και μέριμνα για τον συνεχή έλεγχο της ποιότητας του νερού, αλλά και τον καθαρισμό των σωλήνων μέσα από οπές που έφεραν ορισμένοι σωλήνες στην άνω επιφάνειά τους.

Για την ολοκλήρωση του έργου χρειάστηκαν συνολικά έντεκα χρόνια και ο Ευπαλίνος έμεινε στην ιστορία ως ένας από τους μεγαλύτερους και σπουδαιότερους μηχανικούς της αρχαιότητας. Χάρη στις μαθηματικές του γνώσεις και έχοντας στη διάθεση του μόνο καλέμια και σφυριά κατόρθωσε να πετύχει το αδύνατο, δηλαδή να ενώσει τις δύο σήραγγες που σκάβονταν ταυτόχρονα και από τις δύο πλευρές του βουνού, καθιστώντας το όρυγμα αυτό, το πρώτο όρυγμα που διανοίχθηκε ταυτόχρονα και μάλιστα με γεωμετρική ακρίβεια, δεδομένου ότι τα δύο συνεργεία λιθοξόων που εργάζονταν εκεί, συναντήθηκαν με ελάχιστη απόκλιση από την ευθεία, με την ένωση των δύο ανοιγμάτων να σημειώνεται περίπου στο μέσον του ορύγματος. Το σημείο συνάντησης ονομάστηκε από τον Ευπαλίνο «ασπίδα», επειδή σε εκείνο το σημείο ο βόρειος κλάδος προσέκρουσε στον νότιο, ο οποίος είχε ολοκληρωθεί δύο χρόνια νωρίτερα. Έπειτα από μελέτες, αποδείχθηκε ότι οι δύο κλάδοι είχαν απόκλιση περίπου 70 εκ.

Παραμένει ακόμη ανεξήγητος ο τρόπος με τον οποίο ο Ευπαλίνος κατάφερε να υλοποιήσει ένα τόσο εκπληκτικό έργο δεδομένου ότι χρησιμοποίησε απλά όργανα μέτρησης, όπως σταδίες επάνω από την κορυφογραμμή και οριζόντιες οριοθετήσεις στην περιφέρεια του βουνού, και ενώ δεν υπήρχαν ακόμη τα μηχανικά μέσα που διευκολύνουν την κατασκευή παρόμοιων έργων σήμερα. Βέβαια αυτό δεν σημαίνει ότι δεν συνάντησε δυσκολίες κατά τη διάρκεια της λάξευσης του πετρώματος. Σε ορισμένα σημεία τα τοιχώματα κρίθηκε απαραίτητο να ενισχυθούν με λιθοδομή, λόγω του ότι η οροφή παρουσίαζε αστάθεια και υπήρχε ο κίνδυνος κατολίσθησης. Επιπλέον, οι δύσκολες γεωλογικές συνθήκες που συνάντησε κατά τόπους, τον ανάγκαζαν να κάνει νέους υπολογισμούς προκειμένου να τις αποφύγει. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να χρειαστεί, ορισμένες φορές, να ξεφύγει από την ευθύγραμμη πορεία που είχε χαράξει αρχικά, χωρίς ωστόσο αυτό να επηρεάσει την τελική ένωση των δύο ανοιγμάτων. Όσο προχωρούσε η λάξευση φρόντιζε να επαληθεύει πάντοτε τους υπολογισμούς του, καθώς στην επιφάνεια των τοιχωμάτων έχουν βρεθεί λέξεις, γράμματα, ακόμη και σημάδια κόκκινου χρώματος που μαρτυρούν αυτές τις μετρήσεις, αλλά και ονόματα εργατών του υδραγωγείου. Για παράδειγμα, σε ορισμένα τοιχώματα έχουν βρεθεί σημαδεμένα γράμματα που συμβολίζουν τις δεκάδες του ελληνικού αλφαβήτου και δήλωναν το μήκος που είχε η σήραγγα έως εκείνο το σημείο, όπως επίσης και η λέξη «ΠΑΡΑΔΕΓΜΑ» που αναφέρεται σε ένα θεωρητικό γεωμετρικό υπολογισμό που έκανε ο Ευπαλίνος προκειμένου να μην υπάρξει κάποιο σφάλμα τη στιγμή που τα ανοίγματα θα επέστρεφαν στην αρχική ευθεία έπειτα από κάποια αναγκαία λοξοδρόμηση.

Το Ευπαλίνειο Όρυγμα παρέμεινε σε χρήση για περίπου 1.100 χρόνια έως ότου οι αγωγοί του συστήματος ύδρευσης έφραξαν λόγω της συσσώρευσης αλάτων, που οφειλόταν στην υψηλή περιεκτικότητα του νερού της πηγής σε ασβέστιο. Κατά τη ρωμαϊκή εποχή, κατασκευάστηκε νέο υδραγωγείο, υπέργειο με καμάρες, που αντικατέστησε το εγκαταλελειμμένο πια υδραγωγείο του Ευπαλίνου. Κατά τον 7ο αι. μ.Χ., το Ευπαλίνειο Όρυγμα χρησιμοποιήθηκε ως καταφύγιο από τους κατοίκους του νησιού στην προσπάθειά τους να προστατευτούν από τις επιδρομές των Αράβων. Για πολλούς αιώνες το θαύμα αυτό της μηχανικής παρέμεινε στο σκοτάδι έως ότου ήρθε και πάλι στο φως τον 19ο αι.

Εργασία της Αφροδίτης Δαμάσκου, στο πλαίσιο της πρακτικής της άσκησης στο Μουσείο των Ηρακλειδών
Επιμέλεια κειμένου: Αφροδίτη Παγούνη